1. Νομικός Ορισμός και Βασικά Χαρακτηριστικά της Σύμβασης Εντολής
Η σύμβαση εντολής είναι ένα είδος αστικής σύμβασης μεταξύ δύο προσώπων, στο πλαίσιο της οποίας το ένα πρόσωπο (εντολοδόχος) αναλαμβάνει να εκτελέσει μια υπόθεση για λογαριασμό του άλλου προσώπου (εντολέα), χωρίς αμοιβή. Η σύμβαση εντολής ιδρύει μία σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ εντολέα και εντολοδόχου με έντονα προσωπικά στοιχεία, πράγμα που αντικατοπτρίζεται πλήρως και στον αφιλοκερδή χαρακτήρα της. Το χαρακτηριστικό της έλλειψης αντιπαροχής (αμοιβής) είναι εκείνο το οποίο διακρίνει τη σύμβαση εντολής από τις συμβάσεις εργασίας (παροχής υπηρεσιών) και τις συμβάσεις έργου. Η σύμβαση εντολής καταρτίζεται άτυπα, δεν απαιτείται δηλαδή η υπογραφή κάποιου σχετικού εγγράφου μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, ενώ μπορεί να καταρτιστεί και σιωπηρά, αρκεί να προκύπτει η σύναψή της.
2. Δικαιώματα και Υποχρεώσεις Εντολέα και Εντολοδόχου
Ο εντολοδόχος οφείλει να διεξάγει την ανατεθείσα σ’ αυτόν υπόθεση, να πράξει δηλαδή για λογαριασμό του εντολέα του, ό,τι υποσχέθηκε και επιβάλλει η φύση της υποθέσεως, ευθυνόμενος έναντι του εντολέα του για κάθε πταίσμα. Έτσι, σε περίπτωση μη εκπλήρωσης της σύμβασης από πλευράς του εντολοδόχου ή πλημμελούς εκπλήρωσης αυτής ή παράβασης των νόμιμων υποχρεώσεων, ο εντολοδόχος υποχρεούται να ανορθώσει τη ζημία που προξένησε στον εντολέα του. Ως ζημία θεωρείται αφενός η ελάττωση της περιουσίας του εντολέα οφειλόμενη σε πταίσμα του εντολοδόχου, αφετέρου προσδοκώμενο κέρδος του εντολέα που ματαιώθηκε με υπαιτιότητα του εντολοδόχου.
Κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών του, ο εντολοδόχος όχι μόνο πρέπει να απέχει από κάθε δόλια ενέργεια, αλλά οφείλει να καταβάλει την επιμέλεια που καταβάλλει στις συναλλαγές ο μέσος συνετός άνθρωπος, ευθυνόμενος διαφορετικά και για ελαφρά αμέλεια.
Για τη θεμελίωση της υποχρέωσης αποζημίωσης του εντολέα από τον εντολοδόχο απαιτείται να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του πταίσματος του εντολοδόχου και της ζημίας που επήλθε στον εντολέα. Ως ζημία του εντολέα λογίζεται και η περίπτωση κατά την οποία ο εντολοδόχος παρέλειψε οφειλόμενη από αυτόν ενέργεια κατά την εκτέλεση της εντολής. Τέτοια παράλειψη – η οποία γεννά αξίωση αποζημίωσης – μπορεί να συνίσταται και στην αποσιώπηση ουσιωδών πληροφοριών ή στην παράλειψη ενημέρωσης για επικείμενο κίνδυνο. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο εντολοδόχος καθίσταται υπεύθυνος για την αποκατάσταση της ζημίας, εφόσον αποδεικνύεται η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράλειψης και της επελθούσας ζημίας.
3. Δυνατότητα Ανάκλησης και Συνέπειες για τα Συμβαλλόμενα Μέρη
Ο εντολέας διατηρεί το δικαίωμα να ανακαλέσει την εντολή οποτεδήποτε, χωρίς χρονικούς περιορισμούς. Ωστόσο, όταν η εντολή εξυπηρετεί συμφέρον του εντολοδόχου ή τρίτου, είναι δυνατός ο συμβατικός περιορισμός ή ακόμη και ο αποκλεισμός του δικαιώματος ανάκλησης.
Ανάκληση της εντολής κατά παράβαση σχετικής συμφωνίας ενδέχεται να γεννήσει υπέρ του εντολοδόχου ή τρίτου αξίωση αποζημίωσης λόγω συμβατικής παράβασης. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία η ανάκληση στηρίζεται σε αποδεικνυόμενο σπουδαίο λόγο, οπότε δεν υφίσταται υποχρέωση αποζημίωσης.
Photo by Alexander Van Steenberge on Unsplash