Νόμος Περί Σημάτων

Κατοχύρωση Εμπορικά Σήματα Δικηγόρος

Τι Είναι τα Σήματα – Πώς Κατοχυρώνονται – Πως Προστατεύονται

Ο νόμος περί σημάτων έχει σκοπό την προστασία του καταναλωτή και των επιχειρήσεων από απομιμητικά προϊόντα.

Έχουν ληφθεί υπόψη οι εξελίξεις στην ελληνική και διεθνή νομολογία και ενσωματώνεται η σχετική κοινοτική νομοθεσία: οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29/04/2004 σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στον τομέα του δικαίου των σημάτων, καθώς και το Πρωτόκολλο της Μαδρίτης για τη διεθνή καταχώριση των σημάτων (ν. 2783/2000) και τον Κανονισμό για το κοινοτικό σήμα 207/2009/ΕΚ.

Στις σημαντικότερες διατάξεις του αναφέρεται:

Σήμα μπορεί να αποτελέσει κάθε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης, ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα άλλων επιχειρήσεων.

Μπορούν να αποτελέσουν σήμα ιδίως λέξεις, ονόματα, επωνυμίες, ψευδώνυμα, απεικονίσεις, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, ήχοι, συμπεριλαμβανομένων των μουσικών φράσεων, το σχήμα του προϊόντος ή της συσκευασίας του, καθώς και τίτλοι εφημερίδων ή περιοδικών.

Το δικαίωμα για αποκλειστική χρήση του σήματος αποκτάται με την καταχώρησή του.

Δεν καταχωρίζονται ως σήματα σημεία τα οποία

α. δεν μπορούν να αποτελέσουν σήμα σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου αυτού,

β. στερούνται διακριτικού χαρακτήρα,

γ. συνίστανται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν στις συναλλαγές για τη δήλωση του είδους, της ποιότητας, των ιδιοτήτων, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή παροχής της Υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της Υπηρεσίας,

δ. συνίστανται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις, τα οποία έχουν καταστεί συνήθη στην καθομιλουμένη ή στη θεμιτή και πάγια πρακτική των συναλλαγών,

ε. συνίστανται αποκλειστικά από το σχήμα που επιβάλλεται από τη φύση του προϊόντος ή είναι απαραίτητο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος ή προσδίδει ουσιαστική αξία στο προϊόν,

στ. αντίκεινται στη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη,

ζ. μπορούν να παραπλανήσουν το κοινό, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος ή της Υπηρεσίας. Ομοίως, δεν καταχωρίζονται ως σήματα σημεία που προορίζονται να διακρίνουν κρασιά εμπεριέχοντα ή αποτελούμενα από γεωγραφική ένδειξη υποδηλούσα κρασιά, ή τα σήματα για οινοπνευματώδη, εφόσον πρόκειται για κρασιά ή οινοπνευματώδη που δεν έχουν τη συγκεκριμένη καταγωγή. Επίσης, δεν καταχωρίζονται ως σήματα σημεία που περιλαμβάνουν ή αποτελούνται από ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη που έχει καταχωρισθεί σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου, της 20ης Μαρτίου 2006, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων, όταν αντιστοιχούν σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο αρθρ. 13 του εν λόγω Κανονισμού και αφορούν τον ίδιο τύπο προϊόντος, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση καταχώρισης του εν λόγω σήματος υποβάλλεται μετά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης καταχώρισης της ονομασίας προέλευσης ή της γεωγραφικής ένδειξης στην Επιτροπή.

Δεν καταχωρίζονται επίσης ως σήματα

α. τα ονόματα κρατών, η σημαία, τα εμβλήματα, τα σύμβολα, οι θυρεοί, τα σημεία και τα επισήματα του ελληνικού κράτους και των λοιπών κρατών, που αναφέρονται στο άρθρο 6 τρις της Σύμβασης των Παρισίων για την προστασία της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (Ν. 213/1975) και με τις προϋποθέσεις του άρθρου αυτού, καθώς και τα σημεία μεγάλης συμβολικής σημασίας και ιδιαιτέρου δημοσίου συμφέροντος και ιδίως θρησκευτικά σύμβολα, παραστάσεις και λέξεις,

β. τα σημεία των οποίων η κατάθεση αντίκειται στην καλή πίστη ή έγινε κακόπιστα.
Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των εδαφίων β’, γ’ και δ’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, σημείο γίνεται δεκτό για καταχώριση, εφόσον μέχρι την τελευταία συζήτηση για την παραδοχή του απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσης του.

Σημείο δε γίνεται δεκτό για καταχώριση

α. εάν ταυτίζεται με προγενέστερο σήμα και τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες, για τα οποία το σήμα έχει δηλωθεί, ταυτίζονται με εκείνα για τα οποία προστατεύεται το προγενέστερο σήμα,

β. εάν, λόγω της ταυτότητας με το προγενέστερο σήμα και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και της ταυτότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού, ο οποίος περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισής του με το προγενέστερο σήμα,

γ. εάν ταυτίζεται ή ομοιάζει με προγενέστερο σήμα και προορίζεται να διακρίνει προϊόντα ή υπηρεσίες, που δεν ομοιάζουν με εκείνα για τα οποία έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο σήμα, εφόσον τούτο έχει αποκτήσει φήμη και η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος θα προσπόριζε σε αυτό, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος από το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή θα έβλαπτε το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη αυτού.

Ως προγενέστερα σήματα κατά τον παρόντα νόμο νοούνται

α. τα σήματα, συμπεριλαμβανομένων των διεθνών με ισχύ στην Ελλάδα και των κοινοτικών, τα οποία έχουν καταχωρισθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης του σήματος, αφού ληφθούν υπόψη τα τυχόν δικαιώματα προτεραιότητας αυτών που προβλήθηκαν,

β. οι προγενέστερες δηλώσεις σημάτων, συμπεριλαμβανομένων των ανωτέρω διεθνών και κοινοτικών, με την επιφύλαξη της καταχώρισής τους,

γ. τα σήματα τα οποία, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της δήλωσης του σήματος ή ενδεχομένως κατά την ημερομηνία προτεραιότητας που προβάλλεται προς υποστήριξη αυτής, είναι παγκοίνως γνωστά κατά την έννοια του άρθρου 6 δις της Σύμβασης των Παρισίων,

δ. τα κοινοτικά σήματα των οποίων εγκύρως προβάλλεται η αρχαιότητα στην ελληνική επικράτεια, έναντι εθνικού σήματος, ακόμα και αν έχει προηγηθεί παραίτηση ή μη ανανέωση της προστασίας του εθνικού σήματος, στο οποίο στηρίχθηκε η αρχαιότητα του κοινοτικού σήματος.

Σημείο δε γίνεται δεκτό για καταχώριση

α. εάν προσκρούει σε δικαίωμα μη καταχωρισμένου σήματος ή άλλου διακριτικού σημείου ή γνωρίσματος, που χρησιμοποιείται στις συναλλαγές, το οποίο παρέχει στο δικαιούχο το δικαίωμα να απαγορεύει τη χρήση μεταγενέστερου σήματος και με την προϋπόθεση ότι τα δικαιώματα αυτά έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης του εν λόγω σημείου, αφού ληφθούν υπόψη τα τυχόν προβαλλόμενα δικαιώματα προτεραιότητας,

β. εάν προσκρούει σε προγενέστερο δικαίωμα της προσωπικότητας τρίτου ή σε προγενέστερο δικαίωμα πνευματικής ή βιομηχανικής ιδιοκτησίας πέραν αυτών που ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο,

γ. εάν ενδέχεται να δημιουργήσει σύγχυση με σήμα που έχει καταχωρισθεί και χρησιμοποιείται στην αλλοδαπή κατά τη στιγμή της κατάθεσης της δήλωσης, αν αυτή έγινε κακόπιστα από τον αιτούντα.

Έγγραφη συναίνεση, με ή χωρίς όρους, του δικαιούχου προγενέστερου σήματος που κατατίθεται στην Υπηρεσία του άρθρου 5 παρ.1 ή στη διοικητική επιτροπή σημάτων ή στο διοικητικό πρωτοδικείο Αθηνών ή στο διοικητικό εφετείο Αθηνών, αίρει το κατά το άρθρο 4 παραγρ.1 κώλυμα καταχώρισης σήματος, εκτός εάν δημιουργείται προφανής κίνδυνος παραπλάνησης του κοινού, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος ή της Υπηρεσίας.

Για την καταχώριση εθνικού σήματος κατατίθεται δήλωση στη διεύθυνση εμπορικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.

Η δήλωση καταχώρισης εθνικού σήματος υποβάλλεται σε έξι αντίγραφα και περιέχει

α. αίτηση για καταχώριση σήματος,

β. αποτύπωση του σήματος,

γ. ονοματεπώνυμο και κατοικία του καταθέτη και για νομικά πρόσωπα επωνυμία και έδρα, επί περισσοτέρων δε καταθετών διορίζεται κοινός εκπρόσωπος,

δ. κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών τα οποία το σήμα πρόκειται να διακρίνει, ταξινομημένα κατά κλάση με αναγραφή της οικείας κλάσεως κατά ομάδα προϊόντων,

ε. διορισμό πληρεξούσιου δικηγόρου και αντικλήτου, ο οποίος αντίκλητος θα πρέπει να κατοικεί στην περιφέρεια του διοικητικού πρωτοδικείου Αθηνών,

στ. ημερομηνία της προγενέστερης κατάθεσης, εάν διεκδικείται προτεραιότητα, καθώς και τη χώρα στην οποία έχει γίνει αυτή,

ζ. υπογραφή του πληρεξούσιου δικηγόρου,
η. αν το σήμα είναι ηχητικό ή έγχρωμο ή τρισδιάστατο ή συλλογικό ή αποτελούμενο από αριθμούς ή συσκευασία-σχήμα, γίνεται ειδική μνεία στη δήλωση,

θ. στην περίπτωση που το σήμα περιλαμβάνει χαρακτήρες άλλους από ελληνικούς ή λατινικούς ή αριθμούς άλλους από αραβικούς ή λατινικούς, απόδοση των εν λόγω χαρακτήρων ή/και αριθμών με λατινικούς ή ελληνικούς χαρακτήρες ή/και αραβικούς ή λατινικούς αριθμούς αντίστοιχα.

Η δήλωση συνοδεύεται από

α. δέκα αντίτυπα του σήματος, σε περίπτωση δε έγχρωμης σύνθεσης του σήματος μόνο δέκα έγχρωμα αντίτυπά του,

β. παράβολο υπέρ του δημοσίου,

γ. πληρεξούσιο έγγραφο για κατάθεση σημάτων, με απλή υπογραφή του καταθέτη.

Η δήλωση συντάσσεται σε ειδικό έντυπο

Η δήλωση συντάσσεται σε ειδικό έντυπο, η μορφή και το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται στο συνημμένο παράρτημα I με τίτλο ΔΗΛΩΣΗ ΗΜΕΔΑΠΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ.

Με την κατάθεση της δήλωσης αναγράφεται σε αυτήν η ημερομηνία, η ώρα της υποβολής της και ο αριθμός της, υπογράφεται δε αρμοδίως.

Δηλώσεις, που δεν πληρούν τους όρους των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, δε γίνονται δεκτές από την Υπηρεσία της παρ. 1 του παρόντος άρθρου.

Αν η δήλωση που κατατέθηκε περιέχει ελλείψεις ή λάθη που διέλαθαν της προσοχής του αρμόδιου για την παραλαβή αυτής υπαλλήλου, ειδοποιείται ο καταθέτης με έγγραφο με απόδειξη παραλαβής ή με δικαστικό επιμελητή, ο οποίος πρέπει να τα διορθώσει εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών. Εάν οι ελλείψεις δεν καλυφθούν ή τα λάθη δε διορθωθούν εμπρόθεσμα, η δήλωση παραπέμπεται στη διοικητική επιτροπή σημάτων ως έχει.

Η δήλωση καταχωρίζεται στο βιβλίο σημάτων

Κατά της απόφασης της διοικητικής επιτροπής σημάτων που δέχεται ολικά ή μερικά τη δήλωση του σήματος, επιτρέπεται η άσκηση τριτανακοπής ενώπιον της ίδιας επιτροπής, από οποιονδήποτε τρίτο που έχει έννομο συμφέρον, εφόσον δεν παρενέβη στη συζήτηση της δήλωσης του σήματος. Το ίδιο δικαίωμα έχουν και τα επιμελητήρια και οι ενώσεις καταναλωτών του Ν.2251/1994 ή μέλη τους στις περιπτώσεις του άρθρου 3 του παρόντος νόμου. Τα ανωτέρω ισχύουν και για την άσκηση τριτανακοπής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, με την επιφύλαξη της περίπτωσης του εδαφίου β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του παρόντος νόμου.

Όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να παρέμβει κυρίως ή προσθέτως ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων και των αρμόδιων δικαστηρίων. Δικαίωμα παρέμβασης έχει και κάθε επιμελητήριο και οι ενώσεις καταναλωτών του Ν.2251/1994 ή μέλη τους για τους λόγους απαραδέκτου του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.

Η παρέμβαση ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων ασκείται με δικόγραφο που κατατίθεται στην Υπηρεσία του άρθρου 5 παρ. 1 και κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στον αντίκλητο του καθού, με επιμέλεια του παρεμβαίνοντος, πέντε (5) ημέρες πριν την ορισθείσα ημερομηνία πρώτης συζήτησης ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων, ενώπιον δε των διοικητικών δικαστηρίων ασκείται κατά τις οικείες διατάξεις. Πρόσθετοι λόγοι στην παρέμβαση υποβάλλονται και κοινοποιούνται με δικαστικό επιμελητή, το αργότερο τρεις (3) ημέρες πριν την ορισθείσα ημερομηνία πρώτης συζήτησης ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων.

Κατά των αποφάσεων της διοικητικής επιτροπής σημάτων επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου Αθηνών από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον.

Η προσφυγή ασκείται εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών, που αρχίζει από την επομένη της κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης της διοικητικής επιτροπής σημάτων, με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του ανωτέρω δικαστηρίου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

Κατά τη συζήτηση ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων καλούνται από τον προσφεύγοντα, με ποινή απαραδέκτου της συζήτησης, για άσκηση παρέμβασης αυτοί που έχουν καταστεί διάδικοι ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων και οι δικαιούχοι των προγενέστερων σημάτων και δικαιωμάτων, τα οποία αποτέλεσαν κώλυμα αποδοχής του επίδικου σήματος από τη διοικητική επιτροπή σημάτων. Οι νομίμως κλητευθέντες κατά τα ανωτέρω για άσκηση παρέμβασης στερούνται του δικαιώματος τριτανακοπής, εκτός αν συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας.

Η κλήση των διαδίκων ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας δύναται να γίνει και προς αυτόν που είναι σημειωμένος στο βιβλίο σημάτων ως αντίκλητος.

Η κλήτευση των δικαιούχων διεθνών και κοινοτικών σημάτων για άσκηση παρέμβασης γίνεται με κάθε πρόσφορο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και της τηλεομοιοτυπίας και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου μπορούν να προσκομισθούν στο διοικητικό πρωτοδικείο Αθηνών για πρώτη φορά, εφόσον κλητεύθηκε ο αντίδικος σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν την ένορκη βεβαίωση.

Οι αποφάσεις της διοικητικής επιτροπής σημάτων, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας καθώς και οι αιτήσεις ενώπιον της διοικητικής επιτροπής σημάτων και τα ένδικα βοηθήματα σημειώνονται στο βιβλίο σημάτων του άρθρου 5 παρ. 8 του παρόντος νόμου. Όταν το σήμα γίνει δεκτό με τελεσίδικη απόφαση, σημειώνεται στο βιβλίο σημάτων η λέξη «καταχωρίσθηκε» με τις τυχόν μεταβολές ως προς τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες στα οποία αναφέρεται το σήμα. Η πράξη καταχώρισης χρονολογείται και υπογράφεται αρμοδίως.

Στο βιβλίο σημάτων σημειώνονται όλες οι νομικές μεταβολές

Το βιβλίο σημάτων είναι δημόσιο. Αντίγραφα ή αποσπάσματα των εγγραφών παρέχονται σε κάθε αιτούντα, στο δε δικαιούχο ατελώς.

Η χρονική προτεραιότητα του σήματος καθορίζεται από την ημέρα που υποβλήθηκε η δήλωση.

Η καταχώριση του σήματος παρέχει στο δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα. Ιδίως παρέχει το δικαίωμα της χρήσης αυτού, το δικαίωμα να επιθέτει αυτό στα προϊόντα, τα οποία προορίζεται να διακρίνει, να χαρακτηρίζει τις παρεχόμενες υπηρεσίες, να επιθέτει αυτό στα περικαλύμματα και στις συσκευασίες των εμπορευμάτων, στο χαρτί αλληλογραφίας, στα τιμολόγια, στους τιμοκαταλόγους, στις αγγελίες, στις κάθε είδους διαφημίσεις, ως και σε άλλο έντυπο υλικό και να το χρησιμοποιεί σε ηλεκτρονικά ή οπτικοακουστικά μέσα.

Ο δικαιούχος του σήματος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές χωρίς την άδειά του

α. σημείο ταυτόσημο με το σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωρισθεί (παραποίηση),

β. σημείο για το οποίο, λόγω της ταυτότητας ή της ομοιότητας του με το σήμα και της ταυτότητας ή ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που καλύπτονται από το σήμα (απομίμηση), υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης, περιλαμβανομένου και του κινδύνου συσχέτισης,

γ. σημείο ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες μη παρόμοιες με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, αν αυτό χαίρει φήμης και η χρησιμοποίηση του σημείου θα προσπόριζε, χωρίς εύλογη αιτία, στον προσβολέα αθέμιτο όφελος ή θα έβλαπτε το διακριτικό του χαρακτήρα ή τη φήμη του.

Ο δικαιούχος του σήματος δικαιούται επίσης να απαγορεύει σε κάθε τρίτο

α. την απλή διέλευση παραποιημένων ή απομιμητικών προϊόντων μέσα από την ελληνική επικράτεια με προορισμό άλλη χώρα, ή την εισαγωγή με σκοπό την επανεξαγωγή

β. την επίθεση του σήματος σε γνήσια προϊόντα παραγωγής του που όμως ο ίδιος προόριζε να κυκλοφορήσει ως ανώνυμα,

γ. την αφαίρεση του σήματος από γνήσια προϊόντα και τη διάθεσή τους στην αγορά ως ανώνυμων ή με άλλο σήμα.

Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα στο δικαιούχο δεν παρεμποδίζει τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές το όνομα, το επώνυμο, την επωνυμία και τη διεύθυνσή τους, ως και ενδείξεις σχετικές με το είδος, την ποιότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση, το χρόνο παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της Υπηρεσίας ή άλλα χαρακτηριστικά του, καθώς και το ίδιο το σήμα, αν τούτο είναι αναγκαίο προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή Υπηρεσίας, ιδίως δε όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά. Η χρήση αυτή πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία ή στο εμπόριο και ιδίως όχι εν είδει σήματος.

Ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος, κατά την έννοια του άρθρ. 4 παρ. 2 του παρόντος νόμου, δεν έχει το δικαίωμα να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες, για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, εφόσον ανέχτηκε εν γνώσει του τη χρήση του σήματος αυτού για περίοδο πέντε συνεχών ετών, εκτός αν η κατάθεση του μεταγενέστερου σήματος έγινε με κακή πίστη.

Ο μεταγενέστερος δικαιούχος δεν μπορεί να απαγορεύσει τη χρήση του προγενέστερου σήματος.
Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν παρεμποδίζει τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές ένα προγενέστερο δικαίωμα τοπικής ισχύος, αν το δικαίωμα αυτό ασκείται στα εδαφικά όρια, στα οποία αναγνωρίζεται.

Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στο δικαιούχο του να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που έχουν διατεθεί με το σήμα αυτό μέσα στον Ενιαίο Οικονομικό Χώρο από τον ίδιο το δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται, αν ο δικαιούχος έχει εύλογη αιτία να αντιταχθεί στη μεταγενέστερη εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων, ιδίως όταν η κατάσταση των προϊόντων μεταβάλλεται ή αλλοιώνεται μετά τη διάθεσή τους στο εμπόριο.
Η διάρκεια της προστασίας μπορεί να παρατείνεται για μια δεκαετία με αίτηση του δικαιούχου και με την εμπρόθεσμη υποβολή στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας του κατά νόμο αποδεικτικού καταβολής των υπέρ του δημοσίου τελών.
Το δικαίωμα στο σήμα ή στη δήλωση σήματος που κατατέθηκε είναι μεταβιβαστό εν ζωή ή αιτία θανάτου, ανεξάρτητα από τη μεταβίβαση της επιχείρησης. Επιτρέπεται επίσης η μεταβίβαση του σήματος ή της δήλωσης σήματος για ορισμένα μόνο από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί ή δηλωθεί, εκτός εάν η Υπηρεσία του άρθρου 5 κρίνει ότι δημιουργείται προφανής κίνδυνος παραπλάνησης του κοινού, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος ή της Υπηρεσίας.

Όποιος κατά παράβαση του άρθρου 17 του παρόντος χρησιμοποιεί, παραποιεί ή, κατά τρόπο που δημιουργεί κίνδυνο σύγχυσης, απομιμείται σήμα που ανήκει σε άλλον ή κατά οποιοδήποτε άλλο τρόπο προσβάλλει το σήμα, μπορεί να εναχθεί για άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον, καθώς και αποζημίωση.

Όποιος έχει αξίωση για άρση και παράλειψη λόγω προσβολής του σήματος μπορεί να ζητήσει και τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων.

Ο σηματούχος μπορεί να ζητήσει τη συντηρητική κατάσχεση ή την προσωρινή απόδοση των εμπορευμάτων με το προσβάλλον διακριτικό γνώρισμα προκειμένου να εμποδισθεί η είσοδος ή η κυκλοφορία τους στο δίκτυο εμπορικής διανομής.

Διώκεται κατ’ έγκληση και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ : α) όποιος εν γνώσει χρησιμοποιεί σήμα κατά παράβαση του άρθρου 17 παρ. 3 στοιχείο α΄ ή β΄, β) όποιος χρησιμοποιεί σήμα φήμης, κατά παράβαση του άρθρου 17 παρ. 3 στοιχείο γ΄ με πρόθεση να εκμεταλλευτεί ή να βλάψει τη φήμη του, γ) όποιος εν γνώσει θέτει σε κυκλοφορία, κατέχει, εισάγει ή εξάγει προϊόντα που φέρουν αλλότριο σήμα ή προσφέρει υπηρεσίες με αλλότριο σήμα και δ) όποιος εν γνώσει τελεί μία από τις πράξεις του άρθρου 17 παρ. 4 στοιχεία α’, β’, γ’ και δ’.

Αν το όφελος που επιδιώχθηκε ή η ζημιά που απειλήθηκε από τις πράξεις της παρ. 1 είναι ιδιαίτερα μεγάλη και συντρέχει εκμετάλλευση σε εμπορική κλίμακα ή ο υπόχρεος τελεί τις πράξεις αυτές κατ’ επάγγελμα, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστο δύο ετών και χρηματική ποινή τριών χιλιάδων (3.000) έως τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μόνον επί προσβολής σήματος με ίδιο διακριτικό γνώρισμα και ταυτότητα ή ομοιότητα προϊόντων.

Όποιος χρησιμοποιεί τα σύμβολα και σημεία που αναφέρονται στο άρθρο 3 παρ. 2 περίπτ. α’ διώκεται αυτεπαγγέλτως και τιμωρείται με χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ.

Η απόπειρα τέλεσης των ως άνω πράξεων τιμωρείται με μειωμένη την ποινή των ανωτέρω παραγράφων.

Διαγραφή Σήματος

Το σήμα διαγράφεται, ολικά ή μερικά, με απόφαση της διοικητικής επιτροπής σημάτων ή των αρμόδιων δικαστηρίων στις εξής περιπτώσεις:

α. εάν, εντός χρονικού διαστήματος πέντε (5) ετών από την ημερομηνία της πράξης καταχώρισης του σήματος, ο δικαιούχος δεν κάνει ουσιαστική χρήση αυτού, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 17, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί ή αν διακόψει τη χρήση του σήματος για πέντε (5) συνεχή έτη,

β. εάν, συνεπεία της συμπεριφοράς ή αδράνειας του δικαιούχου, το σήμα έχει καταστεί κοινόχρηστο ή συνήθης εμπορική ονομασία του προϊόντος ή της Υπηρεσίας για το οποίο έχει καταχωρισθεί,

γ. εάν, λόγω της χρήσης του σήματος από το δικαιούχο ή με τη συγκατάθεση αυτού για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία τούτο έχει καταχωρισθεί, ενδέχεται να παραπλανηθεί το κοινό, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών,

δ. εάν καταχωρίσθηκε κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 3 και 4 του παρόντος νόμου.

Για την παροχή ή μη προστασίας διεθνούς σήματος στην ελληνική επικράτεια, αρμόδια να αποφασίσει είναι η διοικητική επιτροπή σημάτων. Η διοικητική επιτροπή σημάτων αποφασίζει επίσης στις περιπτώσεις των διορθώσεων που γίνονται στο Διεθνές Μητρώο επί διεθνών δηλώσεων με ισχύ στην ελληνική επικράτεια που διαβιβάζονται από το Διεθνές Γραφείο Σημάτων.

Η δήλωση επέκτασης διεθνούς σήματος στην ελληνική επικράτεια συντάσσεται από την Υπηρεσία του άρθρου 5 παρ. 1 σε ειδικό έντυπο, η μορφή και το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται στο συνημμένο παράρτημα ΙΙ με τίτλο ΔΗΛΩΣΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΗΜΑΤΟΣ του παρόντος νόμου και καταχωρίζεται στο οικείο βιβλίο σημάτων.